Επικαιρότητα

Η ανάγκη για «ψηφιακή αποδοχή» ως νέο ναρκωτικό: Τι κοινό έχουν τα likes με τη χημεία του εθισμού

Γράφει η Ιωάννα Τσακαλάκου

Στην εποχή των κοινωνικών δικτύων, τα likes, τα σχόλια και οι κοινοποιήσεις έχουν γίνει μέρος της καθημερινότητας μας. Έτσι, για αρκετούς από εμάς, αυτά τα μικρά σημάδια αποδοχής αποτελούν κάτι πολύ περισσότερο από ένα απλό πάτημα κουμπιού, λειτουργούν σαν μικρές «δόσεις» ικανοποίηση που το μυαλό μας μαθαίνει να ζητά ξανά και ξανά. Όλο και περισσότερες έρευνες δείχνουν ότι αυτή η ανάγκη για ψηφιακή επιβεβαίωση μοιάζει πολύ με τη χημεία του εθισμού.

 

Συνάμα, ο εγκέφαλος διαθέτει ένα «σύστημα ανταμοιβής», το οποίο ενεργοποιείται όταν κάνουμε κάτι που μας ευχαριστεί όπως όταν τρώμε κάτι νόστιμο,ακούμε μουσική ή δεχόμαστε αγάπη και αναγνώριση. Στον πυρήνα αυτού του συστήματος βρίσκεται η ντοπαμίνη, ένας νευροδιαβιβαστής που σχετίζεται με την ευχαρίστηση και το κίνητρο. Παραδείγματος χάριν, όταν βλέπουμε ότι μια φωτογραφία μας έχει πολλά likes ή ότι κάποιος σχολιάζει θετικά, το σύστημα αυτό ενεργοποιείται και απελευθερώνει ντοπαμίνη. Έτσι, αυτή η αίσθηση ικανοποίησης ενισχύει τη συμπεριφορά και μας ωθεί να επαναλάβουμε τη δράση δηλαδή να ανεβάσουμε κι άλλη φωτογραφία, να ελέγξουμε ξανά το κινητό μας και να περιμένουμε το επόμενο like. Όμως, το ενδιαφέρον είναι ότι η απελευθέρωση ντοπαμίνης είναι πιο έντονη όταν η ανταμοιβή είναι απροσδόκητη δηλαδή όταν δεν ξέρουμε πότε και πόσα likes θα πάρουμε, ο εγκέφαλος αντιδρά πιο δυνατά. Συνεπώς, αυτό το τυχαίο μοτίβο ανταμοιβών, όπως συμβαίνει και στα τυχερά παιχνίδια, είναι ένας από τους λόγους που τα social media μπορούν να γίνουν τόσο ελκυστικά.

 

Επιπλέον, όπως και σε άλλες μορφές εθισμού, ο εγκέφαλος συνηθίζει στη συνεχή διέγερση και με τον καιρό, η ίδια ποσότητα ανταμοιβής δεν προκαλεί το ίδιο συναίσθημα κι έτσι το άτομο νιώθει την ανάγκη να αναζητήσει περισσότερη. Έτσι, αυτό μοιάζει με την ανοχή που παρατηρείται στους εθισμούς σε ουσίες που χρειάζεσαι όλο και μεγαλύτερη δόση για να νιώσεις το ίδιο αποτέλεσμα. Παράλληλα, όταν μειώνονται οι αλληλεπιδράσεις ή τα likes, πολλοί χρήστες βιώνουν άγχος, εκνευρισμό ή θλίψη κάτι σαν σύνδρομο στέρησης. Ως εκ τούτου, η συμπεριφορά γίνεται καταναγκαστική και το άτομο νιώθει ότι πρέπει συνεχώς να ελέγχει το κινητό του για να ανακουφιστεί.

 

Η κοινωνική διάσταση του φαινομένου

 

Η αποδοχή από τους άλλους είναι βασική ανθρώπινη ανάγκη καθώς από την παιδική ηλικία, η κοινωνική επιβεβαίωση συμβάλλει στην αυτοεκτίμηση και την αίσθηση του ανήκειν. Στον ψηφιακό κόσμο, αυτή η ανάγκη παίρνει νέα μορφή καθώς το πλήθος των αλληλεπιδράσεων μετριέται και συγκρίνεται με το ποιος έχει περισσότερους ακόλουθους και ποιος συγκέντρωσε τα περισσότερα likes. Όμως, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε συνεχή σύγκριση και ανασφάλεια, ιδίως στους νέους. Πολλές μελέτες συνδέουν τη συχνή χρήση μέσων κοινωνικής δικτύωσης με αυξημένα επίπεδα άγχους, χαμηλή αυτοεκτίμηση και συμπτώματα κατάθλιψης καθώς όταν η αυτοεικόνα εξαρτάται από τον ψηφιακό καθρέφτη, η αποτυχία να λάβεις «αρκετή» αποδοχή μπορεί να πληγώνει πραγματικά.

 

Πού σταματά η φυσιολογική χρήση και πού αρχίζει ο εθισμός;

 

Δεν είναι όλοι όσοι χρησιμοποιούν τα social media εθισμένοι, το πρόβλημα αρχίζει όταν η χρήση παρεμβαίνει στην καθημερινή ζωή. Για παράδειγμα, αν κάποιος νιώθει ότι δεν μπορεί να αφήσει το κινητό του, χάνει χρόνο ύπνου, παραμελεί υποχρεώσεις ή νιώθει ανήσυχος όταν δεν έχει πρόσβαση στα social media, αυτά μπορεί να αποτελέσουν σημάδια εθισμού.

Συνάμα, αν και δεν υπάρχει επίσημη διάγνωση εθισμού στα social media από τα ιατρικά εγχειρίδια, οι ειδικοί αναγνωρίζουν ότι παρουσιάζει κοινά χαρακτηριστικά με άλλους συμπεριφορικούς εθισμούς όπως τα τυχερά παιχνίδια που προκαλούν απώλεια ελέγχου, αυξημένη ανάγκη και συνέχιση παρά τις αρνητικές συνέπειες.

 

Εν κατακλείδι, η αναζήτηση της ψηφιακής αποδοχής έχει γίνει χαρακτηριστικό γνώρισμα της σύγχρονης εποχής. Τα likes και οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό παιχνίδι που ενεργοποιούν μηχανισμούς του εγκεφάλου και σχετίζονται με την ευχαρίστηση και την επιβράβευση όπως συμβαίνει με άλλες εθιστικές συμπεριφορές. Ως εκ τούτου, η συνεχής ανάγκη για επιβεβαίωση μπορεί να οδηγήσει σε φαύλο κύκλο όπου η προσωρινή ικανοποίηση δίνει τη θέση της στην εξάρτηση και την απογοήτευση. Έτσι, η χρήση των κοινωνικών δικτύων, όταν ξεπερνά τα όρια επηρεάζει την αυτοεκτίμηση, τη συγκέντρωση και την ψυχική υγεία.

Ωστόσο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι από την φύση τους κακός οιωνός αλλά αποτελούν εργαλεία επικοινωνίας, έκφρασης και ενημέρωσης καθώς το πρόβλημα προκύπτει όταν η αναζήτηση αποδοχής μετατρέπεται σε ανάγκη που καθορίζει τη διάθεση και την αυτοεικόνα μας.

Άρα, η λύση βρίσκεται στην ισορροπία και επίγνωση καθώς μαθαίνοντας πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος μας απέναντι στις ψηφιακές ανταμοιβές, μπορούμε να αναπτύξουμε πιο υγιείς συνήθειες όπως να περιορίζουμε τη χρήση, να δίνουμε προτεραιότητα στις πραγματικές σχέσεις και να θυμόμαστε ότι η αξία μας δεν μετριέται με αριθμούς στην οθόνη.

Ως εκ τούτου, η κατανόηση της χημείας του ψηφιακού εθισμού δεν στοχεύει να δαιμονοποιήσει την τεχνολογία αλλά να μας βοηθήσει να τη χρησιμοποιούμε συνειδητά, έτσι ώστε να υπηρετεί τις ανάγκες μας, και όχι το αντίστροφο.

 

Πηγές

Schultz, W., Dayan, P., & Montague, P. R. (1997). A neural substrate of prediction and reward. Science, 275(5306), 1593–1599.
Meshi, D., Tamir, D. I., & Heekeren, H. R. (2015). The emerging neuroscience of social media. Trends in Cognitive Sciences, 19(12), 771–782.
Volkow, N. D., Koob, G. F., & McLellan, A. T. (2016). Neurobiologic advances from the brain disease model of addiction. New England Journal of Medicine, 374, 363–371.
American Psychiatric Association. (2013). Diagnostic and Statistical Manual of Mental Disorders (5th ed.). Arlington, VA.

The post Η ανάγκη για «ψηφιακή αποδοχή» ως νέο ναρκωτικό: Τι κοινό έχουν τα likes με τη χημεία του εθισμού appeared first on CSIi – Cyber Security International Institute.

Πηγή : https://www.csii.gr/