Το απαρχαιωμένο επενδυτικό νομικό πλαίσιο σε σχέση με τις επενδύσεις, αναδεικνύεται σε μια από τις ισχυρότερες απειλές που αποτρέπει τους επενδυτές και υπονομεύει τις προοπτικές σημαντικών αποκρατικοποιήσεων. Αυτό δείχνουν οι διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της εν εξελίξει διαδικασίας αποκρατικοποίησης των Ελληνικών Πετρελαίων αλλά και οι προκαταρκτικές επαφές που έχουν γίνει για την πώληση του πλειοψηφικού πακέτου της ΔΕΠΑ Εμπορίας.
Συγκεκριμένα το πρόβλημα εντοπίζεται στο νόμο 1608/1950 που καθορίζει αυστηρές ποινές σε περίπτωση ενδεχόμενης ζημίας για τη δημόσια περιουσία σε περίπτωση λανθασμένης επιχειρηματικής απόφασης σε επίπεδο διοίκησης. Για την ενεργοποίηση του νόμου αρκεί ακόμη και μια καταγγελία από ανταγωνιστές.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι τα δύο σχήματα που μετέχουν στο διαγωνισμό των ΕΛΠΕ, δεν έχουν πρόβλημα να παραμείνει το Δημόσιο ως μέτοχος μειοψηφίας, διατηρούν ωστόσο σοβαρές ενστάσεις σε σχέση με το ν. 1608/50 καθώς έχουν ενημερωθεί από τους νομικούς τους ότι οι διοικήσεις που θα διορίσουν απειλούνται με ισόβια εάν θεωρηθεί ότι ζημίωσαν το Δημόσιο ως μέτοχο είτε από σκοπιμότητα είτε από λάθος χειρισμούς.
Το ίδιο ισχύει και για τη λιγότερο ώριμη αποκρατικοποίηση της ΔΕΠΑ εμπορίας, όπου τουλάχιστον 2 ενδιαφερόμενοι επενδυτές από την Ελλάδα έχουν διαμηνύσει ότι δύσκολα θα συμμετάσχουν στο διαγωνισμό καθώς προβλέπεται μειοψηφική συμμετοχή του Δημοσίου που αυτόματα συνεπάγεται ισχύ του νόμου του 1950 με τις δρακόντειες και αναχρονιστικές προβλέψεις του. Αξίζει να σημειωθεί τέλος ότι βρίσκεται σε εξέλιξη η δημόσια διαβούλευση για τη μεταρρύθμιση του ποινικού κώδικα.